ἐντόνως

ἐντόνως
ἔντονος
sinewy
adverbial
ἔντονος
sinewy
masc/fem acc pl (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • CHAURUS seu CHORUS — ventus inter Favonium et Septentrioem Vitruvio, l. 1. c. 6. cui Plinius suffragatur, l. 18. c. 34 Hinc Gratius in Cynegetico, v. 296. Verum ubi Chaurino perfirinxit frigore vesper, Ire placet. Ab Occidente nempe hic ventus, sed a parte… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • καθυφίημι — (Α) (επιτατ. τού υφίημι) 1. παραμελώ με δόλιο τρόπο, προδίδω («καιρὸν ἐάν τις ἑκὼν καθυφῆ τοῑς ἐναντίοις καὶ προδῶ», Δημοσθ.) 2. (για συνηγόρους ή κατηγόρους) συνεννοούμαι κρυφά για να κερδίσει ο αντίδικος, καταπροδίδω τη δίκη, διεξάγω δίκη με… …   Dictionary of Greek

  • κορόνιο — ή κορώνιο, το (αστρον. χημ.) υποθετικό αέριο χημικό στοιχείο το οποίο μετά από φασματοσκοπικές αναλύσεις θεωρήθηκε ότι υπάρχει στο ηλιακό στέμμα, αργότερα όμως διαπιστώθηκε ότι συνίσταται από εντόνως ιοντισμένα άτομα γνωστών χημικών στοιχείων.… …   Dictionary of Greek

  • παντόνως — Α επίρρ. με κάθε επιμέλεια. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + τόνος «ένταση» + επιρρμ. κατάλ. ως μέσω ενός αμάρτυρου επιθ. *πάντονος (πρβλ. εντόνως)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”